Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010

Η Νέα Δημοκρατία, όχι τα πάσης φύσεως “δείπνα” θα καθορίσει το μέλλον της κεντροδεξιάς

Η ελληνική κεντροδεξιά βρίσκεται αναντίρρητα σε ανασύνθεση. Οι διεργασίες που συντελούνται στο εσωτερικό της θα προσδιορίσουν τη φυσιογνωμία της για τα επόμενα χρόνια, ίσως τις επόμενες δεκαετίες. Κι όχι μόνο αυτό: οι κυοφορούμενες αλλαγές στη δομή και λειτουργία της ελληνικής κεντροδεξιάς θα έχουν αλυσιδωτές επιπτώσεις στο πολιτικό σύστημα, στη σχέση πολιτικής- κοινωνίας, στην ίδια την εικόνα της πολιτικής την οποία έχουν οι πολίτες.
Το κεντρικό διακύβευμα των αλλαγών στην κεντροδεξιά, πάντως, δεν είναι ποιο από τα τρία κόμματα θα κυριαρχήσει στο χώρο, ή πώς θα δομηθεί μια συνεργασία τους, ώστε να εκφράζουν το σύνολο της παράταξης. Αντίθετα με την κοινή αντίληψη, εμείς εδώ πιστεύουμε...

 ότι το κεντρικό διακύβευμα των μετεξελίξεων στο χώρο της κεντροδεξιάς είναι άρρηκτα δεμένο με την τύχη που θα έχει το στρατηγικής φύσεως «εγχείρημα Σαμαρά». Για να πούμε, δηλαδή, την τελευταία λέξη πρώτη, το μέλλον των εξελίξεων στην ελληνική κεντροδεξιά το κρατούν στα χέρια τους οι κλειδοκράτορες της οδού Ρηγίλλης 18. Θα εξηγήσω αναλυτικά το γιατί, νωρίτερα όμως οφείλω να τεκμηριώσω την πεποίθησή μου ότι την αυριανή φυσιογνωμία της παράταξης δεν θα κρίνουν οι τακτικές διαμάχες μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας, του Λάος και του υπό ίδρυση κόμματος της Ντόρας Μπακογιάννη.
Το πραγματικό ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται, ή μάλλον που ΠΡΕΠΕΙ να τεθεί (διότι τέτοιες συζητήσεις δεν γίνονται ούτε στα τηλεοπτικά παράθυρα ούτε, δυστυχώς, στο εσωτερικό των κομμάτων), είναι αν χρειάζεται να αλλάξει ο πολιτικός λόγος της κεντροδεξιάς, ή η «φύση» της, αυτό δηλαδή που προηγούμενο τεύχος μας, αποκαλούσα «το DNA της παράταξης».
Αν κάποιοι απαντήσουν ότι αυτό που χρειάζεται να αλλάξει είναι ο πολιτικός της λόγος, συνεπώς το μέλλον της θα κριθεί στη διαφωνία Νέας Δημοκρατίας- Μπακογιάννη για το «όχι» ή το «ναι» στο Μνημόνιο, οφείλουν να θυμηθούν ότι κατά τη διάρκεια της 37χρονης πορείας της, η Νέα Δημοκρατία κατά περιόδους υιοθέτησε πρωτοποριακό πολιτικό λόγο, που αν τότε είχε μετουσιωθεί σε πολιτική πράξη, ασφαλώς η πορεία της χώρας μας θα ήταν πολύ καλύτερη από αυτή που μας έφερε στη σημερινή κατάσταση.
Θυμηθείτε, για παράδειγμα, πώς η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις τριπλές εκλογές του 1989- 1990: Με ένα φιλόδοξο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, μείωσης του δημόσιου τομέα, διαρθρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων. Τριάμισι χρόνια αργότερα κατέρρευσε χωρίς να έχει πραγματοποιήσει ούτε ένα μέρος αυτών των προθέσεων- εξαγγελιών.
Ακόμα πιο χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της περιόδου Καραμανλή, δηλαδή από το 1997 μέχρι το 2009. Ο νέος, τότε, ηγέτης της ελληνικής κεντροδεξιάς, είπε στα τέλη της δεκαετίας του ΄90 τα πράγματα με το όνομά τους, μίλησε για μείωση του κράτους, για αλλαγές στην παιδεία, την υγεία και (κυρίως) τη δημόσια διοίκηση. Έκανε λόγο για ανάδειξη των πιο παραγωγικών δυνάμεων της ελληνικής κοινωνίας και για σειρά μεταρρυθμίσεων, κοντολογίς εξήγγειλε ό,τι ισχύει στις προηγμένες Δημοκρατίες της Δύσης. Έχοντας συσσωρεύσει γύρω από τον εαυτό του ένα πρωτοφανές για τα ελληνικά χρονικά πολιτικό κεφάλαιο, ο Κώστας Καραμανλής δεν κατέρρευσε στα τριάμισι χρόνια όπως ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, αλλά στα πεντέμισι. Αλλά κατέρρευσε, όπως κατέρρευσε και ο Μητσοτάκης το 1993, όπως κατέρρευσε και η κυβέρνηση Καραμανλή- Ράλλη το 1981.
Μην πάτε μακριά. Αν η κεντροδεξιά δεν υιοθετούσε έναν νεοτερικό πολιτικό λόγο, που να δίνει ελπίδα στο εκλογικό σώμα, δεν θα γινόταν κυβέρνηση. Οι λαοί δεν αυτοκτονούν, τουλάχιστον στις Δημοκρατίες. Ο πολιτικός της λόγος ενέπνευσε τους Έλληνες και το 1990, και το 2004. Κι εκείνοι, έκαναν τη Νέα Δημοκρατία κυβέρνηση.
Συνεπώς, το πρόβλημα δεν είναι στον πολιτικό λόγο, ούτε στις προγραμματικές εξαγγελίες. Το πραγματικό ερώτημα είναι «γιατί η ΝΔ όποτε γίνεται κυβέρνηση αδυνατεί να εφαρμόσει το πρόγραμμά της και πάντοτε καταρρέει εκλογικά;». Σε αυτό το ερώτημα καλούμαστε να απαντήσουμε, όχι στο αν η ΝΔ είναι εναντίον του Μνημονίου, η Μπακογιάννη υπέρ κι ο Καρατζαφέρης Δευτέρα- Τετάρτη- Παρασκευή εναντίον και Τρίτη- Πέμπτη- Σάββατο υπέρ. Αυτά είναι τα επιφαινόμενα της πολιτικής. Ας ενσκήψουμε στην ουσία.
Το DNA της γαλάζιας συρρίκνωσης
Το DNA της ελληνικής κεντροδεξιάς ήταν και παραμένει αριστοκρατικό, ολιγαρχικό. Ο κανόνας είναι ότι οι υποψήφιοι βουλευτές επιλέγονται ως τώρα με τα κριτήρια που κατά καιρούς όριζε ο εκάστοτε πρόεδρος- ηγεμών της παράταξης, χωρίς καμία συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα. Το πολιτικό προσωπικό της κεντροδεξιάς αυτοαναπαράγεται με κυρίαρχα κριτήρια τον νεποτισμό και την ευνοιοκρατία, τα φοβικά σύνδρομα στην επαφή με τους πολίτες, την απουσία πολιτικού διαλόγου. Η κεντροδεξιά στην Ελλάδα –κοινωνία και πολιτική της εκπροσώπηση- δεν διαβάζει κι έτσι γίνεται έρμαιο των μέσων ενημέρωσης, δεν διαλέγεται κι έτσι μένει εγκλωβισμένη σε στερεότυπα του χθες, δεν κρίνει παρά μόνο κριτικάρει.
Αυτή η κατάσταση επέτρεψε στην πολιτική φεουδαρχία του χώρου να ορθωθεί ανάμεσα στους πολίτες και την πραγματική ανάπτυξη του τόπου, προκειμένου (η φεουδαρχία) να επιβιώσει πολιτικά. Ανίκανη να γίνει πολιτικά ανταγωνιστική, η πολιτική φεουδαρχία που καταδυναστεύει επί δεκαετίες τους ατυχείς κεντροδεξιούς πολίτες της Ελλάδας, αναμασά έναν ξεπερασμένο, ξύλινο πολιτικό λόγο, θωπεύει αυτιά αντί να υποσχεθεί το τσορτσιλικό «θυσίες και αίμα», επιβιώνει χάρη στο πελατειακό σύστημα και γίνεται όλο και λιγότερο πολιτικά ανταγωνιστική. Η κατάντια αυτού του κεντροδεξιού πολιτικού προσωπικού είχε απτές και αναγνώσιμες συνέπειες στο εκλογικό σώμα και γενικότερα στην κοινωνία:
- Συρρίκνωσε προοδευτικά όσους δεν αισθάνονται αριστεροί και τους συρρικνώνει συνεχώς, ακόμα και αυτή τη στιγμή.
- Έχει κάνει τις αρχές και τις αξίες της κεντροδεξιάς όχι μόνο μειοψηφία στην ελληνική κοινωνία, αλλά και τους έχει προσδώσει το χρώμα του ξεπερασμένου, του αναχρονιστικού, για τον απλό λόγο ότι αδυνατεί να τις προβάλει, πολλώ δε μάλλον να τις υπερασπιστεί.
- Έχει αποκόψει τα σημαντικότερα στοιχεία της κοινωνίας μας από το διάβασμα, τη συνεχή προσωπική καλλιέργεια, την όξυνση της κριτικής σκέψης.
- Έχει στερήσει από αυτό το πολιτικό προσωπικό τη δυνατότητα να κυβερνά έστω και στοιχειωδώς αυτή τη χώρα. Εξ ου και οι εκλογικές καταρρεύσεις.

Κι τώρα, τι;
Φοβούμαι ότι η προσπάθεια που κάνει ο Αντώνης Σαμαράς να αλλάξει το DNA της ελληνικής κεντροδεξιάς και να την απαλλάξει από την πολιτική φεουδαρχία, κινδυνεύει να αποτύχει, κυρίως για δυο λόγους.
Πρώτον, διότι βλέπω μια «θεοποίηση» ενός εκλογικού σώματος (που άρχισε να συμμετέχει με την εκλογή του ιδίου ως προέδρου της ΝΔ), το οποίο όμως κατά συντριπτική πλειοψηφία παραμένει πολιτικά απαράσκευο, ιδεολογικά αστοιχείωτο και κοινωνικά ανέτοιμο να ζήσει, όχι απλά να επιβιώσει, σε μια πραγματικά Ανοικτή Κοινωνία. Κατά τη γνώμη μου, προτιμότερη θα ήταν η σταδιακή ένταξη της κοινωνικής και πολιτικής βάσης της κεντροδεξιάς στη λήψη αποφάσεων, παράλληλα με μια δυναμική εκστρατεία άμβλυνσης των παραπάνω χαρακτηριστικών της.
Πρόκειται, γνωρίζω, για μια πολυετή εκστρατεία, ενώ ο Σαμαράς (και καθένας στη θέση του) επιθυμεί να κριθεί θετικά στις αμέσως προσεχείς βουλευτικές εκλογές. Θυμίζω, όμως, ότι αυτό ακριβώς επεδίωκαν και όλοι οι προκάτοχοί του, ακόμα κι εκείνοι που έγιναν πρωθυπουργοί, για να καταρρεύσουν λίγα χρόνια μετά.
Δεύτερον, διότι ποιοτική μετάλλαξη του συνόλου της ελληνικής κεντροδεξιάς δεν γίνεται χωρίς ρήξεις, διαφωνίες, αντιπαραθέσεις. Το καινούργιο για να γεννηθεί, πρέπει πρώτα να προκαλέσει τους πόνους της γέννας. Πώς, όμως, να ενθαρρύνει κάτι τέτοιο ο Σαμαράς όταν είναι φανερό ότι δεν είναι λίγοι (π.χ. Κιλτίδης, Μαρκογιαννάκης, Σκυλακάκης) αυτοί που επικαλούνται μια κατασκευασμένη ή πραγματική πολιτική διαφωνία μαζί του, με προφανή σκοπό να τον ανατρέψουν ή έστω να τον απαξιώσουν;
Οι δυο δρόμοι του Σαμαρά
Μέσα από αυτά τα καυδιανά δίκρανα χρειάζεται να περάσει ο σημερινός πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας. Αν ακολουθήσει τον εύκολο δρόμο, είναι πολύ πιθανό να γίνει κάποια μέρα πρωθυπουργός. Αλλά είναι απολύτως βέβαιο ότι θα καταρρεύσει εκλογικά, χωρίς να έχει πετύχει ούτε ένα μέρος των επιδιώξεών του, όπως κατέρρευσαν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο Κώστας Καραμανλής.
Αν, πάλι, ακολουθήσει τον δύσκολο δρόμο της αλλαγής του DNA της παράταξης, και παρά ταύτα καταφέρει να εκλεγεί στην πρωθυπουργία, είναι βέβαιο και ότι θα κυβερνήσει με επιτυχία, και ότι θα εφαρμόσει τα περισσότερα από όσα φιλοδοξεί να προσφέρει στον τόπο μας, αλλά και ότι οι μελλοντικές γενεές των συμπατριωτών μας θα τον μνημονεύουν με ευγνωμοσύνη.-

Γράφει ο ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ Α. ΣΕΪΤΑΝΙΔΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...