Σοβαρότατες παραβιάσεις ακόμα και του αστικού Συντάγματος και του νομικού πλαισίου της μεταπολίτευσης επιφέρει η ψήφιση του μνημονίου και των υπολοίπων αντεργατικών νόμων της κυβέρνησης Παπανδρέου. Ξεθεμελιώνουν τις κατακτήσεις πολλών δεκαετιών αγώνων του εργατικού κινήματος.
περικοπές επιδομάτων των δημοσίων υπαλλήλων (ν. 3833/ 2010 ), των νόμων για το ασφαλιστικό και τις εργασιακές σχέσεις, για την περικοπή αποζημιώσεων στις απολύσεις κ.λπ. συγκροτούν ένα πλέγμα διατάξεων, που επιστρέφουν την ελληνική κοινωνία στον εργασιακό Μεσαίωνα, είτε με τη μορφή της μακρηθεοδωρικής εποχής πριν από την Μεταπολίτευση, είτε σε πολλές περιπτώσεις και πριν από τη δεκαετία του ’20 και τις βενιζελικές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις (τα Δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα ανάγονται σε αυτήν την περίοδο και εν μέρει στην περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο)...
Μετατρέποντας τις ευθύνες της μονοπωλιακής αστικής τάξης για τη διόγκωση του ελλείμματος και του δημόσιου χρέους (φοροαπαλλαγές και φοροδιαφυγή, εξοπλιστικά προγράμματα, επιδοτήσεις προς την εκκλησία κ.λπ.) σε ευθύνη όλης της κοινωνίας, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ καλλιεργεί μια συλλογική ενοχή στην κοινωνία σαν να είναι οι μισθωτοί και οι εργαζόμενοι ή τα κατώτερα τμήματα των μεσαίων στρωμάτων αυτοί που δημιούργησαν με τις «παράλογες απαιτήσεις τους» και το «μόνιμα καταχρηστικό συνδικαλισμό» τους το έλλειμμα και το χρέος. Πρώτη ευθύνη της Αριστεράς είναι να αποενοχοποιήσει την κοινωνία ενάντια στην προπαγανδιστική εκστρατεία του ΠΑΣΟΚ: Aυτό το χρέος δεν είναι του λαού και δεν ανήκει στις λαϊκές τάξεις η ευθύνη για την υπέρβαση της καπιταλιστικής κρίσης.
Το ίδιο το μνημόνιο έχει στην εσωτερική έννομη τάξη μια ιδιόμορφη θέση, η οποία αξίζει να σχολιαστεί. Αν θεωρηθεί ότι είναι Διεθνής Σύμβαση της Ελλάδας με την ΕΕ και το ΔΝΤ (και αυτή είναι πιθανότατα η νομική του φύση), τότε η κύρωσή του με 172 ψήφους ήταν παράνομη και αντισυνταγματική, αφού το άρθρο 28 του Συντάγματος επιτάσσει πλειοψηφία 180 ψήφων τουλάχιστον για την κύρωση Διεθνούς Σύμβασης. Αν πάλι δεν αποτελεί Διεθνή Σύμβαση, ο ν. 3845/ 2010 δεν κυρώνει το μνημόνιο, το οποίο για το ελληνικό εσωτερικό δίκαιο δεν είναι παρά ένα κομμάτι χαρτί χωρίς καμία ισχύ. Διαλέγουν και παίρνουν. Το μνημόνιο και ο κυρωτικός του νόμος αλλά και οι νόμοι που τα συνόδεψαν παραβιάζουν πλήρως και απόλυτα την αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου.
Η διάταξη του άρθρου 25 του Συντάγματος κατοχυρώνει το ισχύον πολίτευμα ως κοινωνικό κράτος δικαίου (αναθεώρηση του 2001). Η αρχή αυτή είναι αποτέλεσμα της ένταξης των κοινωνικών δικαιωμάτων στο Σύνταγμα του 1975 για πρώτη φορά. Προκύπτει και από τα Πρακτικά της Βουλής (Ε’ Αναθεωρητικής) της περιόδου του 1975 ότι ακόμη και η δεξιά τότε πλειοψηφία της ΝΔ μετά από την εμπειρία της δικτατορίας αποδεχόταν ένα μίνιμουμ κοινωνικών παροχών και αναδιανομής του πλούτου (θυμίζουμε και τις τότε κρατικοποιήσεις του Ομίλου Ανδρεάδη, των αστικών λεωφορείων κ.λπ. ) υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, της πίεσης των λαϊκών τάξεων και της τότε αντιπολίτευσης και όσο εθνικά και διεθνώς υπερίσχυε ένας συσχετισμός δύναμης, ο οποίος τασσόταν υπέρ της κοινωνικής αναδιανομής. Η λογική αυτή για την ισχύ των κοινωνικών δικαιωμάτων υπήρξε μια μορφή αναβλητικού συμβιβασμού (σύμφωνα με τη συνταγματική θεωρία της Βαϊμάρης) για την αστική τάξη: «Δεχόμαστε την ισχύ των κοινωνικών δικαιωμάτων, όσο ακόμη δεν είμαστε αρκετά ισχυροί για να την ανατρέψουμε».
Οι ήδη ευάλωτες εργασιακές σχέσεις στην Ελλάδα δέχονται συντριπτικό πλήγμα από τους νόμους που τίθενται στην εφαρμογή του μνημονίου. Ήδη με τις κυβερνήσεις K. Σημίτη και K. Καραμανλή προωθήθηκαν νομοθετήματα για την ελαστικοποίηση της εργασιακής σχέσης, για την ενοικίαση εργαζομένων κ.ά.
Σήμερα, με τον ν. 3845/ 2010 (άρθρο 2 παρ. 7) μπαίνει η ταφόπλακα στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας (και κατ’ επέκταση και στο συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας) αφού οι επιχειρησιακές ΣΣE μπορούν να κατισχύουν των κλαδικών και οι κλαδικές της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ. Καταργείται έτσι στον ιδιωτικό τομέα η ιεραρχία των συμβάσεων και η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ως ελάχιστο διασφαλιστικό πλαφόν, και άρα, το δικαίωμα στη συλλογική αυτονομία κατά το άρθρο 22 παρ. 2 και 23 παρ. 1 Σ. (και 98/1949 Δ.Σ.Ε.) Ήδη συζητιέται η εφαρμογή αυτού του άρθρου με αφορμή τις περιοχές με υψηλή ανεργία. Επιπλέον κατά το άρθρο 2 παρ. 6 του ν. 3845/2010 προβλέπεται η αμοιβή των νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας με αποδοχές κατώτερες του κατώτατου ορίου της ΕΓΣΣΕ. Είναι προφανές ότι η ιδέα αυτή έχει παρθεί από το γαλλικό σύμφωνο πρώτης απασχόλησης, το οποίο προκάλεσε σειρά κινηματικών αντιδράσεων στη Γαλλία με αποτέλεσμα την ανατροπή του πριν από μερικά χρόνια. Ήδη, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων στον ΟΣΕ με το νομοσχέδιο που έρχεται προς ψήφιση επιβεβαιώνει την εφαρμογή των παραπάνω.
Επιπλέον, οι περικοπές των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων και των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα προσκρούουν άμεσα σε κατακτήσεις που κερδήθηκαν μέσα από συλλογικές διαπραγματεύσεις και συλλογικές συμφωνίες. Σύμφωνα με τις διατάξεις ν. 2738/1999 κυρίως όμως σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 3 του Συντάγματος (αναθεώρηση 2001) οι γενικοί όροι εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων και των εργαζομένων στους ΟΤΑ και Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου καθορίζονται με συλλογικές συμφωνίες (καταρτιζόμενες βάσει του ν. 1876/1990) κατ’ αρχήν και μόνο συμπληρωματικά με το νόμο. Εδώ, ο νόμος έρχεται να αναστείλει και ορθότερα να καταργήσει τις αποδοχές που έχουν περιληφθεί σε συμφωνίες ανάμεσα στο κράτος και τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα. Παραβιάζεται έτσι άμεσα η συνταγματική διάταξη του 22 παρ. 3 Σ.
Οι όροι εργασίας με συλλογικές συμφωνίες στο δημόσιο τομέα καλύπτονται και από το ευρωπαϊκό δίκαιο, αλλά και από Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας (151 και 154 ΔΣΕ). Έτσι, έχουν κρίνει κατά το μέρος αυτό και οι αποφάσεις Viking και Laval του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δ.Ε.Ε.) Eπιπρόσθετα, και η Επιτροπή Συνδικαλιστικής Ελευθερίας της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας έχει κρίνει πρόσφατα ότι: Πρέπει να προωθείται με κάθε πρόσφορο μέσο η ελεύθερη και εκούσια διαπραγμάτευση. Oι αρχές πρέπει να σέβονται την ελεύθερη διαπραγμάτευση, ενώ απαγορεύεται η αναστολή με νόμο ρυθμίσεων ήδη υπαρχουσών συλλογικών συμφωνιών. Πρέπει να ισχύει η αρχή της αναλογικότητας.
Είναι προφανές ότι όλες οι περαιτέρω αρχές έχουν καταστρατηγηθεί και καταλυθεί. Ακόμη, πρέπει να επισημάνουμε:
- Πρώτον, τη δραστική μείωση των αποζημιώσεων για την καταγγελία των συμβάσεων εργασίας.
- Δεύτερον, την περαιτέρω ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας.
- Tρίτον, την επαναφορά σε μεγαλύτερη έκταση παλαιότερων διατάξεων για τη διαθεσιμότητα εργαζομένων, όταν η «οικονομική κατάσταση» της επιχείρησης το επιτάσσει.
Oικονομική και πολιτική κατάσταση έκτακτης ανάγκης
Τα παραπάνω μέτρα επίθεσης στη μισθωτή εργασία με το πρόσχημα των δήθεν «προνομίων» και «συντεχνιών» συνιστούν και μια γενικότερη εγκατάλειψη του παραδοσιακού εδάφους της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Αυτό προκύπτει και από άλλα χαρακτηριστικά του κυρωτικού νόμου του μηνμονίου και ιδίως:
- Πρώτο, την παραπομπή πάρα πολλών θεμάτων στην έκδοση προεδρικών διαταγμάτων με χαλαρό και αόριστο νομοθετικό πλαίσιο, μια μορφή παντοδυναμίας της εκτελεστικής εξουσίας.
- Δεύτερο, τη δυνατότητα να συνάπτει ο παντοδύναμος υπουργός Οικονομικών κάθε είδους οικονομικές συμφωνίες με κράτη και διεθνείς οργανισμούς, τις οποίες θα φέρνει στη Βουλή για ενημέρωση μόνον και όχι για κύρωση!
Όχι μόνο δηλαδή καταργείται το ατροφικό κοινωνικό κεκτημένο της ελληνικής έννομης τάξης και συρρικνώνεται το πεδίο των κοινωνικών δικαιωμάτων – τα οποία από δεκαετίες ορισμένοι νομικοί χαρακτηρίζουν ως ατελή και χωρίς έννομες συνέπειες, αλλά και καταργείται η δυνατότητα ελέγχου της Βουλής πάνω σε νέες διεθνείς οικονομικές συμφωνίες. Για να μη μιλήσουμε για τη διαβόητη Δανειακή Συμφωνία, η οποία ανοίγει το δρόμο για τη δυνατότητα κατάσχεσης και αυτής ακόμη της δημόσιας περιουσίας του Ελληνικού Κράτους από τους δανειστές του.
Φαίνεται λοιπόν ότι η πλήρης κατάργηση του κοινωνικού συμβιβασμού της μεταπολίτευσης ανοίγει το δρόμο και για την εγκατάλειψη του πολιτικού συστήματος και ίσως και της πολιτειακής μορφής της μεταπολίτευσης. Όσο υπήρχε μια σχετική εξισορρόπηση του κοινωνικού και πολιτικού συσχετισμού δυνάμεων, η δημοκρατία λειτουργούσε. Σήμερα, το μνημόνιο μετατρέπεται στο οικονομικό Σύνταγμα της χώρας, γίνεται μια μορφή «παρασυντάγματος» που αναστέλλει βασικές όψεις του τυπικά ισχύοντος Συντάγματος και τις αντικαθιστά με τις ληστρικές του ρυθμίσεις έναντι των λαϊκών τάξεων.
Ζούμε μια κατάσταση ελεγχόμενης «πολιτειακής οικονομικής κατάστασης έκτακτης ανάγκης» (fiscal emergency of the state), η οποία μετατρέπεται και σε μερική πολιτική κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σε μια «δημοκρατία» σαφώς ολοκληρωτικής μορφής. Πρέπει να θεωρούμε βέβαιο ότι αυτό θα σημάνει και τη θωράκιση της κατάστασης αυτής με βίαια και ακραία κατασταλτικά μέτρα στα χρόνια που έρχονται. Αλλά και στη γενικότερη μεταβολή των σχέσεων και μορφών πολιτικής διαμεσολάβησης.
του Δημήτρη Μπελαντή
από το ΠΡΙΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου