Του Χάρη Παυλίδη
Έχω την αίσθηση ότι σχετικά σύντομα ο ελληνικός λαός θα καταλάβει το παιχνίδι που παίχθηκε κατά των συμφερόντων του, γιατί δεν θα αργήσει η στιγμή που κανείς δεν θα μπορεί να κρύψει την αλήθεια. Και επειδή τα νομίσματα έχουν δύο όψεις, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τη νίκη του ΠΑΣΟΚ, σιγά- σιγά θα αποκαλυφθεί και η άλλη...
Ασφαλώς, ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω, ώστε να παρέμβει κανείς και να διορθώσει τα λάθη του. Και από λάθη η νεώτερη αλλά και η παρελθούσα πολιτική ιστορία έχει να επιδείξει πολλά. Κλασική περίπτωση η ήττα του Ελευθερίου Βενιζέλου μετά από μια εθνική επιτυχία. Τότε το πληρώσαμε ακριβά, και φοβούμαι ότι σήμερα θα το πληρώσουμε πανάκριβα. Διότι, πέραν της κακής κυβερνητικής διετίας, η Κεντροδεξιά υπό τον Κώστα Καραμανλή δεν θα έβαζε ποτέ τη χώρα στο ΔΝΤ. Αυτή είναι η αλήθεια, και κανείς δεν τολμά να την πει ανοιχτά.
Ο τότε πρωθυπουργός πλήρωσε τους κακούς του συμβούλους, ορισμένους κακούς υπουργούς που τους εμπιστεύθηκε, και σίγουρα αδίκησε τον εαυτό του. Σύντομα, όμως, οι συγκρίσεις με τη σημερινή κατάσταση θα τον δικαιώσουν. Όχι γιατί οδήγησε τη χώρα στις εκλογές, που όπως απεδείχθη ήταν μια λανθασμένη απόφαση, αλλά γιατί η soft δημοσιονομική πολιτική που έχει επιλέξει, διαφύλασσε την κοινωνική συνοχή. Για να αντιληφθείτε το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας, το οποίο η προπαγάνδα χρεώνει στον Καραμανλή και στη Νέα Δημοκρατία, δεν έχετε παρά να ανατρέξετε στην ομιλία του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου στις 31 Μαρτίου του 1932 (εκδόσεις ΕΥΡΑΣΙΑ).
Το δημόσιο χρέος από τότε ήταν δυσθεώρητο, και αυτό δυστυχώς όλοι το παραβλέπουν. Αλλά δεν έχει πλέον σημασία τι έγινε τότε, αλλά τι γίνεται σήμερα, και τι μέλλει γενέσθαι στο προσεχές διάστημα. Η αλήθεια δεν είναι αυτή που αφηγείται η Κυβέρνηση Παπανδρέου, αλλά ούτε και αυτή που απαλλάσσει τη Νέα Δημοκρατία των ευθυνών της. Θα πρέπει να την αναζητήσουμε κάπου ανάμεσα, και εκεί θα δούμε ότι ο Καραμανλής, με τα όποια λάθη του, δεν θα έφθανε ποτέ στο σημείο να βάλει την υπογραφή του στο Μνημόνιο. Όπως ακριβώς έκανε και στην περίπτωση του σχεδίου Ανάν.
Και κάτι τελευταίο. Προσωπικά, θεωρώ ότι έπρεπε να μείνει και να δώσει τη μάχη, έστω κι αν τον έριχναν. Επέλεξε να πάει σε εκλογές. Δεν το έκανε όμως για να δραπετεύσει, αλλά για να καταστήσει σαφές στους Έλληνες ότι έρχονται δύσκολα χρόνια, φροντίζοντας μάλιστα να καταθέσει τις προτάσεις του που δεν περιείχαν μειώσεις μισθών και επιδομάτων(Χριστουγέννων, Πάσχα κλπ), ενώ την ίδια στιγμή ο αντίπαλός του αντέτασσε το «λεφτά υπάρχουν».