Ο πρωθυπουργός διέθετε ένα μεγάλο πολιτικό ατού γιατί ήταν πάντοτε ένας άνθρωπος με καλές σχέσεις και διασυνδέσεις στο εξωτερικό. Δεν μιλάμε για την περιθωριακή και εξόχως τριτοκοσμική Σοσιαλιστική Διεθνή, αλλά το διεθνές πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο το οποίο, καλώς ή κακώς, διαδραματίζει πολύ κρίσιμο ρόλο στις τύχες μας αυτήν την περίοδο και για το ορατό μέλλον. Σε πολλούς ψευδοπατριώτες και ...
άκρως επαρχιώτες δεν άρεσε αυτή η διάσταση. Ξεχνούσαν προφανώς πως όποτε κέρδισε μεγάλα στοιχήματα η Ελλάδα οφειλόταν, πέραν των πολέμων και της γενναιότητος, στο γεγονός ότι διέθετε ηγέτες με ισχυρά ερείσματα εκεί που μετρούσε: τον Βενιζέλο π. χ. μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ή τον Κωνσταντίνο Καραμανλή όταν γίναμε μέλος της ΕΟΚ. Εχει μεγάλη σημασία για τη χώρα μας αυτή τη στιγμή να έχει ερείσματα στα ισχυρά κέντρα αποφάσεων του εξωτερικού.
Δυστυχώς, όμως, για τον κ. Παπανδρέου, και συνεπώς για τη χώρα, το πολιτικό του κεφάλαιο διεθνώς απομειώνεται συνεχώς. Το βλέπει κανείς στα άρθρα του ξένου Τύπου που έχουν απομακρυνθεί από τα εγκωμιαστικά σχόλια των πρώτων μηνών μετά την εκλογή του. Το νιώθει ο ίδιος και οι συνεργάτες του από τη «γλώσσα του σώματος» και τη στάση διαφόρων ξένων ηγετών και παραγόντων. Πέρασε η εποχή του «μπράβο, Γιώργο, προχώρα με πείσμα και θα είμαστε δίπλα σου» και έχουμε περάσει στην περίοδο του «γιατί έχετε κολλήσει; Τι θα κάνετε με τις μεταρρυθμίσεις, με το διαλυμένο κράτος σας;».
Η αμφισβήτηση αφορά κυρίως τον τρόπο διοίκησης, τη δυνατότητα επιβολής του κ. Παπανδρέου στους υπουργούς του και το κόμμα και την έλλειψη αποφασιστικότητας. Κομβικό σημείο στη μεταστροφή του κλίματος ήταν ο κάκιστος χειρισμός στην περίφημη υπόθεση των αποκρατικοποιήσεων ύψους 50 δισ., όπου ο κ. Παπανδρέου έδειξε πανικό, αναποφασιστικότητα και έλλειψη πολιτικής κρίσης.
Πρέπει, βεβαίως, να συμπληρώσουμε ότι υπάρχουν και άλλα στοιχεία που επιδεινώνουν την κατάσταση. Πρώτα απ’ όλα η ανυπαρξία ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Δεν νομίζω ότι η ελληνική διπλωματία έχει περάσει χειρότερη φάση, από πλευράς ηθικού, σχεδιασμού και δραστηριοποίησης. Το μεν υπουργείο Εξωτερικών διατηρείται ημι-ζωντανό χάρη στις προσπάθειες μερικών βετεράνων διπλωματών, η δε εξωτερική πολιτική εξαντλείται σε μια διαχείριση άνευ φαντασίας, πρωτοβουλίας ή σημαντικού εκτοπίσματος. Κατά δεύτερον, η κυβέρνηση επιδεικνύει στο εξωτερικό, όπως και στο εσωτερικό άλλωστε, μια απίθανη ανικανότητα να πλασάρει τα 2-3, έστω, θετικά πράγματα που καταφέρνει. Ο κ. Παπακωνσταντίνου ήταν, και εν μέρει είναι ακόμη, ο πλέον εξαγώγιμος Ελληνας πολιτικός, αλλά και γι’ αυτόν το διεθνές honeymoon τελειώνει γιατί οι αγορές, η τρόικα και οι λοιποί παράγοντες απαιτούν αποτέλεσμα, αποτέλεσμα και μόνο αποτέλεσμα.
Οι ξένοι που μας παρατηρούν αρχίζουν να απελπίζονται γιατί συνειδητοποιούν ότι δεν μπορούν να επενδύσουν πολιτικά κάπου συγκεκριμένα για την επόμενη μέρα ανόρθωσης της ελληνικής οικονομίας. Καταλαβαίνουν ότι το κράτος νοσεί και δεν μπορεί να σηκώσει τέτοιο βάρος, ενώ και η αντιπολίτευση τους προκαλεί απορίες και ανασφάλεια.
Το επόμενο διάστημα θα πιέσουν ασφυκτικά τον κ. Παπανδρέου να αλλάξει τρόπο διακυβέρνησης και αν αυτό δεν συμβεί, είναι λογικό να σκεφθούν πως μόνη λύση είναι ένας μεγάλος κυβερνητικός συνασπισμός.
Πάντως προς το παρόν συνεχίζουν να ελπίζουν ότι ο κ. Παπανδρέου θα ξεπεράσει τον εαυτό του και τις εμφανείς αδυναμίες του, προχωρώντας σε αποφασιστικές κινήσεις και μια σφικτή κυβέρνηση με κοινούς στόχους. Ο ίδιος νιώθει την πίεση και προφανώς τον «πονάει», γιατί πάντοτε θεωρούσε σημαντικό κεφάλαιό του τη διεθνή του παρουσία. Και υποθέτω πως θα έχει ακούσει και εκείνος σχόλια σαν και αυτό που έκανε σοβαρός διεθνής παράγων όταν άκουσε πως ο κ. Παπανδρέου ήθελε να μεσολαβήσει για την εκτόνωση της κρίσης στη Λιβύη: «Καλό θα ήταν ο Γιώργος, πριν μπλέξει με άλλα διεθνή προβλήματα, να ασχοληθεί και να βρει λύση σ’ ένα μεγάλο διεθνές πρόβλημα που μας καίει τώρα άμεσα: την οικονομική κρίση της χώρας του».Kathimerini
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου