Η χώρα μας –αν πιστέψομε τα λόγια του ποιητή[, πως «σκλάβος είναι εκείνος που περιμένει να έρθει κάποιος να τον ελευθερώσει»– βρίσκεται υπό καθεστώς ανελευθερίας. Μπροστά στον κίνδυνο της οικονομικής χρεωκοπίας μας ζητήσαμε από άλλους απέξω –από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο– να μας βοηθήσουν να ...
βγούμε από το αδιέξοδο στο οποίο έχομε περιέλθει. «Ζητήσαμε»! Γιατί στο αίτημα αυτό, ας μη κρυβόμαστε, συμμετέχομε, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, όλοι: η κυβέρνηση, μια και ήταν εκείνη που ανέλαβε την πρωτοβουλία για την ενέργεια αυτή, η βουλή, επειδή την ενέκρινε, και ο κόσμος, καθόσον την αποδέχθηκε –έστω γογγύζοντας. Το γεγονός ότι υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις και ιδεολογικοί φορείς που αντιδρούν στην οικονομική συνδρομή των ξένων, η οποία υπονομεύει την ελευθερία μας, δεν αλλάζει την στάση της κοινωνίας μας στο σύνολό της.
Το πιο απογοητευτικό, όμως, είναι ότι, κάθε φορά που εξαγγέλλονται νέα μέτρα σωτηρίας, βουλιάζομε όλο και πιο βαθιά στον βάλτο της απελπισίας. Και βουλιάζοντας, χάνομε ολοένα και πιο πολύ την δύναμή μας να αντισταθούμε, μέχρι που, στο τέλος, όπως θα μπορούσε να προβλέψει κανείς, να παραδοθούμε άβουλοι εντελώς πλέον σε κάθε ξένη επιλογή –αν αυτό δεν συμβαίνει ήδη, ως έναν βαθμό τουλάχιστον.
Όσο κι αν ο Μπρεχτ έλεγε αξιοκατάκριτη την χώρα που έχει ανάγκη από ήρωες, είναι, εντούτοις, γεγονός, πως, όταν ένας λαός βρεθεί στην δίνη της απελπισίας, χρειάζεται κάποιον να τον διεγείρει, ώστε να συναισθανθεί την δεινή θέση του, για να αποφασίσει, στην συνέχεια, να αντιδράσει. Κι αυτός ο κάποιος δεν είναι άλλος από εκείνο που συνηθίζομε να αποκαλούμε «πνευματικό κόσμο» -όχι οι τεχνοκράτες και οι ασκούντες την επιστήμη στο γραφείο και το εργαστήρι, αλλά οι διανοούμενοι.
Διανοούμενος[ δεν είναι εκείνος που απλώς κατέχει γνώσεις και φροντίζει να τις μεταδίδει μέσα από τις μελέτες του, τα βιβλία του και τις ομιλίες του. Πέρα από αυτό που είναι, πέρα από επιστήμων, φιλόσοφος, καλλιεργημένος ή μορφωμένος άνθρωπος ο διανοούμενος ως τέτοιος χρειάζεται να κάνει κάτι ακόμη: να κρίνει, να υποβάλλει διαρκώς και αδιαλείπτως σε έλεγχο όσα υποπίπτουν στην αντίληψή του, να διαμαρτύρεται, να μην ανέχεται, να μην είναι οι πρόβατο, να μην δέχεται τα πράγματα όπως τα λένε, αλλά να προσπαθεί να τα ξεχωρίζει ψάχνοντας να δει τι από αυτά μας αρμόζει, για να το κρατήσομε, και τι όχι, για να το απορρίψομε, να συμπάσχει με την κοινωνία, μη διστάζοντας να βγει στους δρόμους και να γίνει ένας από τους πολλούς που συγκροτούν την κοινωνία του. Ο διανοούμενος έχει χρέος να εμπνεύσει την κοινωνία παροτρύνοντάς μας να προχωρήσομε μπροστά σε καινούριους δρόμους, ή, κι αν δεν υπάρχει δρόμος καθόλου, να τον ανοίξομε εμείς.
Όταν πριν από λίγους μήνες αναλαμβάναμε με τους αντιπρυτάνεις Σφηκόπουλο και Λιακάκο την διοίκηση του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών είχα πει ότι η βασική επιδίωξή μας θα ήταν να ανοίξει το ίδρυμά μας διάπλατα την πόρτα του σε όσους δρουν έξω από αυτό, για να τους ακούσει και να το ακούσουν –ανοικτή σε όλους, χωρίς διακρίσεις.
Απόψε, λοιπόν, εδώ, στον ιστορικό χώρο των Προπυλαίων, συναντιέται το Πανεπιστήμιό μας, στην βαθύτατη με ευθύνη άλλων οικονομική εξαθλίωσή του, με την κοινωνία, που σπαράζει από τα άδικα βάρη που φορτώθηκε χωρίς να φταίει. Κι ακόμα, απόψε εδώ, στον ιστορικό χώρο των Προπυλαίων, συναντιόμαστε όλοι εμείς με το παρελθόν της κοινωνίας μας, με τους αγώνες της τής αντίστασης, της διεκδίκησης, της ανάτασης. Κι ακόμα, απόψε εδώ, στον ιστορικό χώρο των Προπυλαίων, η κοινωνία μας, κυνηγώντας το μέλλον της πλέον, οφείλει να διακηρύξει και να διεκδικήσει τα δικαιώματά της και την προοπτική της.
Στην παρούσα συγκυρία, δυστυχώς, είμαστε μια χώρα δίχως την αίσθηση του μέλλοντος Ούτε την αίσθηση του παρόντος διαθέτομε. Μόνο παρελθόν έχομε και, όπως θα έλεγε ο Σαίξπηρ, αποφασιστικότητα να παλέψομε για ύπαρξή μας και το μεγαλείο της κοινωνίας μας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου