Την αρχική βεβαιότητα που μετέδιδε η κυβέρνηση, ότι η επιμήκυνση του δανείου των 110 δις. ευρώ ήταν σίγουρο πως θα εγκρινόταν μέσα στον Ιανουάριο, εξανέμισε το διπλωματικό μίνι φιάσκο για την Ελλάδα στη Σύνοδο Κορυφής της περασμένης εβδομάδας: η καγκελάριος Μέρκελ, που είδαμε σε τηλεοπτικά πλάνα να συνομιλεί με τον Πρωθυπουργό κατ’ ιδίαν πριν αρχίσει η Σύνοδος την Πέμπτη, επέμεινε μέχρι τέλους στη σκληρή στάση της, αφήνοντας για αργότερα τις αποφάσεις.
Μιλώντας χθες στο υπουργικό συμβούλιο, ο Πρωθυπουργός προσπάθησε να «χρυσώσει το χάπι», δηλώνοντας στους παριστάμενους υπουργούς τη βεβαιότητά του, ότι τον Φεβρουάριο, πριν εγκριθεί η εκταμίευση της τέταρτης δόσης του δανείου, θα ...
«ανάψει πράσινο» και για την επιμήκυνση.
«Μπροστά μας έχουμε ενδεχόμενες εξελίξεις που είναι σημαντικές, όπως το θέμα της επιμήκυνσης, που θα είναι ένα θετικό γεγονός για τη χώρα μας. Είχα την ευκαιρία να μιλήσω με πολλούς για το θέμα αυτό στη Σύνοδο Κορυφής και όλοι είναι θετικοί. Πιστεύω ότι δεν θα έχουμε κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα. Υπάρχουν κάποια τεχνικά θέματα, αλλά τουλάχιστον δεν αναμένουμε σοβαρά προβλήματα. Θα είναι νομίζω μια θετική εξέλιξη», δήλωσε στο χθεσινό άτυπο Υπουργικό Συμβούλιο ο κ. Γ. Παπανδρέου.
Όμως, αυτή η φαινομενικά μικρή χρονική διαφορά, ανάμεσα στον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, όπως και ανάμεσα σε μια «καθαρή» έγκριση από σήμερα και σε «τεχνικές λεπτομέρειες» που μένουν να διευθετηθούν, σηματοδοτούν μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα..... στις επιδιώξεις της κυβέρνησης και σε αυτά που πραγματικά επιτεύχθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής:
Ανοίγοντας τη συζήτηση για την επιμήκυνση ήδη πριν από την έγκριση εκταμίευσης της τρίτης δόσης, η κυβέρνηση επεδίωκε να έχει κλείσει το θέμα τον Ιανουάριο, δηλαδή πριν οριστικοποιηθούν τα στοιχεία για την εκτέλεση του φετινού προϋπολογισμού και πριν τεθεί η οικονομία στη βάσανο της αξιολόγησης για την εκταμίευση της τέταρτης δόσης του δανείου. Γι’ αυτό και ο Πρωθυπουργός προσπάθησε αρκετά, χωρίς επιτυχία όμως, όπως φαίνεται από το τελικό αποτέλεσμα, να εκμαιεύσει από τη Σύνοδο Κορυφής της περασμένης εβδομάδας την έγκριση της Μέρκελ, ώστε η υπόθεση της τελικής έγκρισης από το Eurogroup μέσα στον Ιανουάριο να έχει τυπικό χαρακτήρα.
Αντ’ αυτού, η Γερμανίδα καγκελάριος φαίνεται ότι επέμεινε στη θέση της, πως η Ελλάδα δεν έχει πείσει με τις επιδόσεις της το 2010 και με τα πρόσθετα μέτρα που εξήγγειλε και ήδη λαμβάνει για το 2011, ότι παραμένει σε τροχιά εκπλήρωσης των στόχων του μνημονίου για τον επόμενο χρόνο. Στα μάτια των Γερμανών, η Ελλάδα εμφανίζεται «άστοχη» κατά 3,8 δις. ευρώ, σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν και της ΕΚΤ που δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα, στην εκτέλεση των συμπεφωνημένων με το μνημόνιο για το 2011, ενώ δεν αποκλείεται να υπάρξουν και αρνητικές εκπλήξεις στα τελικά στοιχεία για το 2010, που θα οριστικοποιηθούν από την Eurostat τον Φεβρουάριο.
Έτσι, η συζήτηση για την επιμήκυνση μετατίθεται σε χρόνο εξαιρετικά «άβολο» για την κυβέρνηση, καθώς τον Φεβρουάριο αναμένεται να αποκαλυφθεί ότι το έλλειμμα του 2010 ήταν αρκετά υψηλότερο ακόμη και από τον αναθεωρημένο στόχο του υπουργείου Οικονομικών. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα ξεπεράσει το 10%, ίσως και κατά μισή μονάδα. Οι επιτηρητές έχουν διαπιστώσει ορισμένες νέες λογιστικές «αλχημείες» της κυβέρνησης, με σοβαρότερη την εμφάνιση ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου, που από την Κομισιόν και την ΕΚΤ προσδιορίζονται σε 1,7 δις. ευρώ για το 9μηνο και από το ΔΝΤ το ποσό ανεβαίνει στα 2,2 δις. ευρώ. Σε αυτό το πλαίσιο διαπραγμάτευσης, η επιμήκυνση θα εμφανισθεί περισσότερο σαν «χάρη» των πιστωτών προς την Ελλάδα, παρά σαν απονομή επαίνου για τις καλές επιδόσεις της χώρας, χωρίς να αποκλείεται το ενδεχόμενο να ασκηθούν νέες πιέσεις για πρόσθετα διορθωτικά μέτρα, πριν εγκριθεί η επιμήκυνση.
Επιπλέον, τα «τεχνικά θέματα» της επιμήκυνσης, στα οποία αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός, ίσως αποδειχθεί ότι δεν είναι λεπτομέρειες, αλλά αρκετά ουσιαστικά προβλήματα. Για παράδειγμα, η Γερμανία επιμένει στις παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις, ότι η Ελλάδα δεν θα πρέπει να κερδίσει μια επιμήκυνση για όλο το ποσό του δανείου, αλλά για το ποσό από την τέταρτη δόση και μετά. Για τις πρώτες τρεις δόσεις του δανείου, ζητεί να αναχρηματοδοτηθούν με νέα δάνεια, αρχικά από τον προσωρινό μηχανισμό στήριξης, που αργότερα (μετά το 2013) θα κληροδοτηθούν στον μόνιμο Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Αυτό, όμως, θα σημαίνει ότι η χώρα θα έχει λάβει πιστώσεις από το μηχανισμό, η ύπαρξη του οποίου συνδέεται με τις αναδιαρθρώσεις χρέους. Επιπλέον, για ένα σημαντικό ποσό του συνολικού δανείου θα επιβληθούν επιτόκια αρκετά υψηλότερα, από το 5,8% που διεκδικεί η Αθήνα για το συνολικό ποσό, ώστε να υπάρξει πλήρης ευθυγράμμιση με τους όρους του αντίστοιχου ιρλανδικού δανείου.
«Μπροστά μας έχουμε ενδεχόμενες εξελίξεις που είναι σημαντικές, όπως το θέμα της επιμήκυνσης, που θα είναι ένα θετικό γεγονός για τη χώρα μας. Είχα την ευκαιρία να μιλήσω με πολλούς για το θέμα αυτό στη Σύνοδο Κορυφής και όλοι είναι θετικοί. Πιστεύω ότι δεν θα έχουμε κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα. Υπάρχουν κάποια τεχνικά θέματα, αλλά τουλάχιστον δεν αναμένουμε σοβαρά προβλήματα. Θα είναι νομίζω μια θετική εξέλιξη», δήλωσε στο χθεσινό άτυπο Υπουργικό Συμβούλιο ο κ. Γ. Παπανδρέου.
Όμως, αυτή η φαινομενικά μικρή χρονική διαφορά, ανάμεσα στον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, όπως και ανάμεσα σε μια «καθαρή» έγκριση από σήμερα και σε «τεχνικές λεπτομέρειες» που μένουν να διευθετηθούν, σηματοδοτούν μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα..... στις επιδιώξεις της κυβέρνησης και σε αυτά που πραγματικά επιτεύχθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής:
Ανοίγοντας τη συζήτηση για την επιμήκυνση ήδη πριν από την έγκριση εκταμίευσης της τρίτης δόσης, η κυβέρνηση επεδίωκε να έχει κλείσει το θέμα τον Ιανουάριο, δηλαδή πριν οριστικοποιηθούν τα στοιχεία για την εκτέλεση του φετινού προϋπολογισμού και πριν τεθεί η οικονομία στη βάσανο της αξιολόγησης για την εκταμίευση της τέταρτης δόσης του δανείου. Γι’ αυτό και ο Πρωθυπουργός προσπάθησε αρκετά, χωρίς επιτυχία όμως, όπως φαίνεται από το τελικό αποτέλεσμα, να εκμαιεύσει από τη Σύνοδο Κορυφής της περασμένης εβδομάδας την έγκριση της Μέρκελ, ώστε η υπόθεση της τελικής έγκρισης από το Eurogroup μέσα στον Ιανουάριο να έχει τυπικό χαρακτήρα.
Αντ’ αυτού, η Γερμανίδα καγκελάριος φαίνεται ότι επέμεινε στη θέση της, πως η Ελλάδα δεν έχει πείσει με τις επιδόσεις της το 2010 και με τα πρόσθετα μέτρα που εξήγγειλε και ήδη λαμβάνει για το 2011, ότι παραμένει σε τροχιά εκπλήρωσης των στόχων του μνημονίου για τον επόμενο χρόνο. Στα μάτια των Γερμανών, η Ελλάδα εμφανίζεται «άστοχη» κατά 3,8 δις. ευρώ, σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν και της ΕΚΤ που δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα, στην εκτέλεση των συμπεφωνημένων με το μνημόνιο για το 2011, ενώ δεν αποκλείεται να υπάρξουν και αρνητικές εκπλήξεις στα τελικά στοιχεία για το 2010, που θα οριστικοποιηθούν από την Eurostat τον Φεβρουάριο.
Έτσι, η συζήτηση για την επιμήκυνση μετατίθεται σε χρόνο εξαιρετικά «άβολο» για την κυβέρνηση, καθώς τον Φεβρουάριο αναμένεται να αποκαλυφθεί ότι το έλλειμμα του 2010 ήταν αρκετά υψηλότερο ακόμη και από τον αναθεωρημένο στόχο του υπουργείου Οικονομικών. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα ξεπεράσει το 10%, ίσως και κατά μισή μονάδα. Οι επιτηρητές έχουν διαπιστώσει ορισμένες νέες λογιστικές «αλχημείες» της κυβέρνησης, με σοβαρότερη την εμφάνιση ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου, που από την Κομισιόν και την ΕΚΤ προσδιορίζονται σε 1,7 δις. ευρώ για το 9μηνο και από το ΔΝΤ το ποσό ανεβαίνει στα 2,2 δις. ευρώ. Σε αυτό το πλαίσιο διαπραγμάτευσης, η επιμήκυνση θα εμφανισθεί περισσότερο σαν «χάρη» των πιστωτών προς την Ελλάδα, παρά σαν απονομή επαίνου για τις καλές επιδόσεις της χώρας, χωρίς να αποκλείεται το ενδεχόμενο να ασκηθούν νέες πιέσεις για πρόσθετα διορθωτικά μέτρα, πριν εγκριθεί η επιμήκυνση.
Επιπλέον, τα «τεχνικά θέματα» της επιμήκυνσης, στα οποία αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός, ίσως αποδειχθεί ότι δεν είναι λεπτομέρειες, αλλά αρκετά ουσιαστικά προβλήματα. Για παράδειγμα, η Γερμανία επιμένει στις παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις, ότι η Ελλάδα δεν θα πρέπει να κερδίσει μια επιμήκυνση για όλο το ποσό του δανείου, αλλά για το ποσό από την τέταρτη δόση και μετά. Για τις πρώτες τρεις δόσεις του δανείου, ζητεί να αναχρηματοδοτηθούν με νέα δάνεια, αρχικά από τον προσωρινό μηχανισμό στήριξης, που αργότερα (μετά το 2013) θα κληροδοτηθούν στον μόνιμο Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Αυτό, όμως, θα σημαίνει ότι η χώρα θα έχει λάβει πιστώσεις από το μηχανισμό, η ύπαρξη του οποίου συνδέεται με τις αναδιαρθρώσεις χρέους. Επιπλέον, για ένα σημαντικό ποσό του συνολικού δανείου θα επιβληθούν επιτόκια αρκετά υψηλότερα, από το 5,8% που διεκδικεί η Αθήνα για το συνολικό ποσό, ώστε να υπάρξει πλήρης ευθυγράμμιση με τους όρους του αντίστοιχου ιρλανδικού δανείου.
Ακόμη και αν καταφέρει, όμως, η Ελλάδα να εξασφαλίσει την επιμήκυνση, αυτό δεν λύνει παρά μόνο ένα από τα πολλά προβλήματα που θα εμφανισθούν στο μέλλον, δηλαδή τη συσσώρευση τεράστιων ποσών χρεολυσίων, την περίοδο 2014-2015. Το πρόβλημα της πιθανής αδυναμίας επιστροφής της χώρας στις αγορές το 2012 θα παραμείνει στον ορίζοντα ανεπίλυτο, όπως και το συνολικότερο πρόβλημα του εξαιρετικά υψηλού χρέους, που σε συνδυασμό με τον κίνδυνο αναδιάρθρωσης μετά το 2013 θα καθιστά απαγορευτική για τους περισσότερους επενδυτές την τοποθέτηση κεφαλαίων σε ελληνικά ομόλογα.
Επιπλέον, η αναδιάρθρωση δημιουργεί σοβαρό θέμα πρόσθετων τόκων που θα «φορτωθούν» στο Δημόσιο τα επόμενα χρόνια -όλοι γνωρίζουν, ότι ένα απλό τοκοχρεολυτικό δάνειο, ο συνδυασμός μεγάλης επιμήκυνσης της διάρκειας και αύξησης επιτοκίου οδηγεί σε διπλάσιους ή και περισσότερους τόκους. Πώς θα εξυπηρετηθούν αυτοί οι πρόσθετοι τόκοι, από ένα κράτος που θα πασχίζει μετά το 2012 να κατεβάσει το χρέος από το 158% του ΑΕΠ, μένει να απαντηθεί στο μέλλον. Το βέβαιο είναι, ότι τίποτε από όλα αυτά δεν προδιαθέτει οποιοδήποτε σοβαρό επενδυτή να τοποθετήσει κεφάλαια σε ελληνικά ομόλογα, αλλά αντίθετα όλοι οι οιωνοί «δείχνουν» στην κατεύθυνση του παρατεταμένου αποκλεισμού της χώρας από τις αγορές, παρά την «τραυματική» εμπειρία της χώρας με το σκληρότερο πρόγραμμα σταθεροποίησης όλων των εποχών…
Επιπλέον, η αναδιάρθρωση δημιουργεί σοβαρό θέμα πρόσθετων τόκων που θα «φορτωθούν» στο Δημόσιο τα επόμενα χρόνια -όλοι γνωρίζουν, ότι ένα απλό τοκοχρεολυτικό δάνειο, ο συνδυασμός μεγάλης επιμήκυνσης της διάρκειας και αύξησης επιτοκίου οδηγεί σε διπλάσιους ή και περισσότερους τόκους. Πώς θα εξυπηρετηθούν αυτοί οι πρόσθετοι τόκοι, από ένα κράτος που θα πασχίζει μετά το 2012 να κατεβάσει το χρέος από το 158% του ΑΕΠ, μένει να απαντηθεί στο μέλλον. Το βέβαιο είναι, ότι τίποτε από όλα αυτά δεν προδιαθέτει οποιοδήποτε σοβαρό επενδυτή να τοποθετήσει κεφάλαια σε ελληνικά ομόλογα, αλλά αντίθετα όλοι οι οιωνοί «δείχνουν» στην κατεύθυνση του παρατεταμένου αποκλεισμού της χώρας από τις αγορές, παρά την «τραυματική» εμπειρία της χώρας με το σκληρότερο πρόγραμμα σταθεροποίησης όλων των εποχών…
(sofokleous10.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου