Tης Tασουλας Kαραϊσκακη
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το κράτος έχει κηρύξει μερική (σιωπηρή) στάση πληρωμών. Καθυστερεί μήνες τη μισθοδοσία σε δημόσιους φορείς ή επιχειρήσεις, δεν πληρώνει προμηθευτές του Δημοσίου, δεν επιστρέφει ΦΠΑ σε εταιρείες, δεν καταβάλλει την επιχορήγηση σε δομές πρόνοιας και κέντρα ερευνών, έχει εισαγάγει χρονοβόρες διπλοεγκρίσεις για τα αναλώσιμα, δηλαδή έχει ...
κλειδώσει το ταμείο για σειρά δαπανών. Επιστήμονες, φύλακες, τεχνικοί, κοινωνικοί λειτουργοί, ειδικοί σύμβουλοι, γραφιάδες, απλά δεν μισθοδοτούνται. Διπλωμάτες, κι αυτοί απλήρωτοι για δύο μήνες, προειδοποιούν ότι κινδυνεύουν με εξώσεις και φοβούνται ότι από τις 354 πρεσβείες, προξενεία, αποστολές και άλλες διπλωματικές αρχές θα μείνουν οι μισές. Αστυνομικοί διαμαρτύρονται ότι δεν έχουν πετρέλαιο για θέρμανση, βενζίνη για περιπολικά, τρόφιμα για το συσσίτιο κρατουμένων. Και για να κινηθεί η κολοσσιαία «μηχανή», μπαίνει, όλο και συχνότερα, χέρι στα άμεσης πρόσβασης, ειδικά ή «μυστικά» κονδύλια...
Είναι αλήθεια ότι για να εντοπιστούν οι ρωγμές από τις οποίες διαρρέει δημόσιο χρήμα, ένας τρόπος είναι να εφαρμοστεί από την αρχή μια επανασχεδιασμένη χρηματοδοτική πολιτική. Υπάρχει τέτοια;
Μοιάζει ακόμη αδιαφανές το ποιος κυβερνητικός ή μη κυβερνητικός οργανισμός χρηματοδοτείται ή επιδοτείται από το κράτος και με πόσα. Πλήθος φορέων συντηρούνταν από το Δημόσιο, αν και ανενεργοί. Τεράστια η σπατάλη σε προσωπικό, εξοπλισμό, υλικά, σε αμφιβόλου παραγωγικότητος δράσεις. Οι στοχευμένες περικοπές με μέτρο, οι συγχωνεύσεις ή οι καταργήσεις με σχέδιο, είναι αναγκαίες, ώς ένα βαθμό. Πώς αλλιώς να συμμαζευτεί ένα πλαδαρό χαοτικό κράτος που αρμέγεται πανταχόθεν από ημετέρους;
Ομως, άλλο εξυγίανση με πρόγραμμα κι άλλο λιτότητα στο διηνεκές. Στο όνομα της δημοσιονομικής σταθερότητας μπαίνει στον γύψο επ' αόριστον κάθε έργο, κάθε δραστηριότητα κοινής -και μη- ωφελείας. Παύει να χρηματοδοτείται η μοναδική πηγή πλούτου, η εργασία. Γίνεται σύνθημα, «πιστεύω», σταθερή τακτική, η μείωση, η περικοπή.
Με τις περικοπές, όμως, παίζεται ένα ανέντιμο υποκριτικό παιχνίδι. Οι κυβερνήσεις τις χαρακτηρίζουν προσωρινές, αλλά δεν είναι. Ελπίζουν ότι οι πολίτες θα συνηθίσουν κάποτε να ζουν μια φτωχότερη ζωή. Δεν υπάρχει ρευστό για να καλυφθούν ταυτόχρονα τα τοκοχρεολύσια προς τους δανειστές, τα αβυσσαλέα ελλείμματα, οι επιχορηγήσεις, οι μισθοί. Κάτι είναι αναγκαίο να περικόψουν, κάτι να θυσιάσουν, χωρίς όμως να κλονιστεί η ελπίδα πως τα χρέη θα αποπληρωθούν. Πρέπει με κάθε τρόπο να συντηρήσουν άφθαρτη την ψευδαίσθηση ότι η φτώχεια αποτελεί το σταθερό βήμα προς την ευημερία. Προς μια συμμετρία που θα απορρέει (άλλη πλάνη) από τη δίκαιη κατανομή της άνεσης και της δυσχέρειας και όχι γιατί κάποιοι, πολλοί, θα συνεχίσουν να υφίστανται τις συνέπειες των ξένων πράξεων, να πληρώνουν για την αλλότρια αδηφαγία, να πλήττονται από την αδικία.
Εχουν ανατραπεί όλα όσα στήριζαν πάνω τους την επιβίωση των μικρών και των μεσαίων και η κρίση είναι βαθιά και οδυνηρή. Αλλά και αναπότρεπτη. Αποτελεί τα πεδίο που πάνω του δίνονται και κερδίζονται μάχες. Που επανακαθορίζονται όροι και ανοίγονται προοπτικές. Διότι δεν μπορούν να τεθούν στόχοι και να βρεθούν λύσεις μέσα σε ένα χώρο χωρίς ορίζοντα.
Kathimerini
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου